Η πεπατημένη των «περπατημένων»

Αρχές δεκαετίας του 1950. Μετά από μία τετράχρονη τριπλή Κατοχή και μία σφοδρή εμφύλια σύγκρουση, η ολοσχερώς κατεστραμμένη Ελλάδα μπήκε δειλά σε τροχιά ανασυγκρότησης. Ελλείψει χρημάτων η αποκατάσταση των ζημιών, η υλοποίηση έργων, η δημιουργία υποδομών και η εκβιομηχάνιση πραγματοποιήθηκαν σχεδόν αποκλειστικά με ξένη βοήθεια.

Η αδυναμία της χώρας να προβεί σε εξωτερικό δανεισμό ώστε να αντλήσει απαραίτητα κεφάλαια απέρρεε κυρίως από την αστάθεια του νομίσματος της και τη μη ένταξη σε καθεστώς ρύθμισης του προπολεμικού δημοσίου της χρέους. Παράλληλα, ο Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος (τύπου σημερινής τρόικα) που της είχε επιβληθεί από το 1897 εξακολουθούσε να υφίσταται το 1950 και να δεσμεύει έσοδα.

Το 1953, η κυβέρνηση Παπάγου με υπεύθυνο υπουργό τον Σπύρο Μαρκεζίνη υλοποίησε ένα τολμηρό πρόγραμμα οικονομικής ανόρθωσης. Με όψεις εξίσου θετικές και αρνητικές. Θα σταθούμε στο λεγόμενο «σχέδιο ευρωπαϊκών πιστώσεων».

Η πρακτική δεν ήταν καινούργια. Είχε εφαρμοστεί ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’20 και είχε κατά κόρον χρησιμοποιηθεί για την υλοποίηση του εκσυγχρονιστικού προγράμματος του Ελευθέριου Βενιζέλου κατά την τελευταία κυβερνητική του θητεία (1928-1932). Το «σχέδιο» του Μαρκεζίνη στηριζόταν στο εξής πολύ απλό: εφόσον το ελληνικό κράτος δεν ήταν σε θέση να βρει και να διαθέσει χρήματα για την κατασκευή έργων,  αναζητούσε μέσω διεθνούς διαγωνισμού τον φορέα (εταιρία –χώρα) που θα αναλάμβανε να τα πραγματοποιήσει. Ο φορέας ήταν εκείνος που κάλυπτε το σύνολο του κόστους ενός έργου. Το ελληνικό δημόσιο μετά την αποπεράτωση του έργου, του παρείχε τη δυνατότητα να το εκμεταλλευτεί έως ότου αποσβέσει πλήρως τη δαπάνη που έκανε.

Ο Μαρκεζίνης προκειμένου να προμοτάρει το «σχέδιο» πραγματοποίησε επισκέψεις σε Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία κ.α. Οι πλέον ένθερμοι υποστηρικτές της ιδέας του υπήρξαν οι Γερμανοί και ο καγκελάριος Αντενάουερ. Είναι η περίοδος που η Siemens θα κάνει δυναμικά την εμφάνιση της στον τομέα των τηλεπικοινωνιών στην Ελλάδα, η Krupp θα συνεργαστεί με τον Μποδοσάκη και θα δημιουργήσουν τη μονάδα παραγωγής ενέργειας από λιγνίτη στην Πτολεμαΐδα, κλπ. Οι γερμανικές επιχειρήσεις βρήκαν πεδίο δόξης λαμπρόν. Άμεσα συστήθηκε ένα εγχώριο επιχειρηματικό και πολιτικό λόμπι που άρχισε να κάνει δουλειές μαζί τους. Και η ελληνική οικονομία θα δείξει γρήγορα σημάδια εξάρτησης από τη Βόννη (ιδίως στα χρόνια εκφυλισμού του «σχεδίου» Μαρκεζίνη από τον διάδοχο και αντίπαλο του, Κ. Καραμανλή). Σκάνδαλα επί σκανδάλων, μίζες και κατηγορίες που δεν αποδεικνύονταν γιατί δεν έπαιρναν ποτέ τον δρόμο της δικαιοσύνης, συμβάσεις επί συμβάσεων με ξένους κολοσσούς, συνόδευσαν το αποκαλούμενο από τη δεξιόστροφη ιστοριογραφία «ελληνικό οικονομικό θαύμα».

Το 1953, η διεθνής κοινότητα «έσβησε» από τα κατάστιχα της τα γερμανικά εξωτερικά χρέη. Το 1953, η διεθνής κοινότητα δεν επιθυμούσε να κάνει το ίδιο με τις ελληνικές προπολεμικές οφειλές προς τους πιστωτές της χώρας. Η Ελλάδα έμεινε αποκλεισμένη από τις αγορές. Το «σχέδιο ευρωπαϊκών πιστώσεων» δεν ήταν παρά μια λύση ανάγκης. Το 1953 ένας νόμος που ψηφίστηκε από τη βουλή, απέκτησε αυξημένη συνταγματική ισχύ και παρείχε προνομιακή μεταχείριση στους ξένους «εργολήπτες». Ένα έβαζαν και δέκα έπαιρναν. Μια αλάνθαστη συνταγή για να κρατά κανείς μονίμως ένα κράτος υπό ομηρία.  «Ο λόγος του μεγάλου, η σιωπή του μικρού» έγραψε κάποτε ο Αζίζ Νεσίν.

 ΥΓ. Οι Γερμανοί φίλοι που αναζητούν τα λεφτά τους, ας ψάξουν καλύτερα στην άλλη τσέπη του παντελονιού τους.

Leave a comment